πλανοτρόπος

πλανοτρόπος
-ον, Α
αυτός που κατατροπώνει τις αιρετικές διδασκαλίες ή τους αιρετικούς.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πλάνος (Ι) «αυτός που πιστεύει ή διδάσκει εσφαλμένες θρησκευτικές αλήθειες» + -τρόπος (< τροπή < τρέπω)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”